Από το 2006 άρχισε να λειτουργεί μέσα στο συγκρότημα κτιρίων του
Ευρωκοινοβουλίου το Μουσείο της Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι, όμως,
αποφάσισαν να αφήσουν έξω από το Μουσείο αυτό την πηγή από την οποία
πήραν τα φώτα του Πολιτισμού: Το Βυζάντιο!
Το Βυζάντιο, λένε οι Ευρωπαίοι, ταυτίζεται με τους Άραβες και το Ισλάμ…
Την απάντηση στη θεωρία αυτή της Ευρ. Ένωσης δίνουν σπουδαίοι Ευρωπαίοι
Ιστορικοί: Ο Άγγλος Ιστορικός Κάρολος Ντήλ (Ch. Diel) γράφει στο σύγγραμμά του
«Les Grands Problems de l’ Histoire Byzantine σελ. 173 – 174: Το Βυζάντιο
εδημιούργησε λαμπρόν πολιτισμόν, τον λαμπρότερον ίσως, ο οποίος είδε το φως
μέχρι το 1.100 στη Χριστιανική Ευρώπη. Με αυτόν δε τον πολιτισμόν, τον
πνευματικόν και τον τεχνικόν, εξάσκησε ευρεία επίδραση σε όλους τους λαούς της
Ανατολικής Ευρώπης. Αλλά, το Ορθόδοξο Βυζάντιο επέδρασε και στη Δυτική Ευρώπη,
η οποία από τον 5ον αιώνα, που κατακτήθηκε από τους βαρβάρους μέχρι τον 11ον
αιώνα «διετέλει επιστημονικώς εν χειμερία νάρκη».
Ο
Στήβεν Ράνσιμαν, σπουδαίος Άγγλος Ιστορικός, στο σύγγραμα του «Βυζαντινός Πολιτισμός»
γράφει: «Στις 29 Μαΐου 1453 ένας πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα. Είχε αφήσει
μία ένδοξη κληρονομιά στα γράμματα και στην τέχνη. Είχε βγάλει χώρες ολόκληρες
από τη βαρβαρότητα και είχε δώσει σε άλλες την εκλέπτυνση των ηθών. Η δύναμή
του και η Ευφυΐα του προστάτεψαν πολλούς αιώνες τη χριστιανοσύνη. Για έντεκα
αιώνες η Κωνσταντινούπολη ήταν το κέντρο ενός κόσμου φωτός… Η Κωσταντινούπολη
έγινε έδρα της θηριωδίας, της αμάθειας, της μεγαλόπρεπης ακαλαισθησίας με τους
Οθωμανούς κατακτητές…».
Ένας διαπρεπής Άγγλος ιστορικός ο W.C. Dampier (Νταμπίερ) γράφει: «Η Βυζαντινή
Αυτοκρατορία παρέμεινε το θεμέλιο του πολιτισμού στους δυστυχέστερους χρόνους
του βαρβαρισμού στη Δυτική Ευρώπη. Ο ρόλος του Βυζαντίου στην εξέλιξη των
επιστημών και ιδιαίτερα των Μαθηματικών και της Αστρονομίας είναι
σημαντικός».
Εκτός από τους δυτικούς ιστορικούς, που είδαμε, έχουμε και από την Ανατολή. Ο
μεγάλος Ρώσος ιστορικός Α. Βασίλιεφ στο σύγγραμά του «Ιστορία της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας» 324 – 1453 γράφει: «Το Βυζάντιο συνέβαλε πάρα πολύ στην ιστορία
της Αναγέννησης καλλιεργώντας όχι μόνον τη γνώση της Ελληνικής γλώσσας και
φιλολογίας, αλλά έδωσε στη Δύση έναν τεράστιο αριθμό αρχαίων χειρογράφων και
κειμένων των πατέρων της Εκκλησίας.
Ο
Βασίλιεφ
κλείνει τον 5ο τόμο της Ιστορίας του με τα εξής: «Καθώς οι συνθήκες ζωής στο
Βυζάντιο εγένοντο δυσκολότερες και πιό επικίνδυνες, λόγω των τουρκικών
κατακτήσεων, πολυάριθμοι Έλληνες μετανάστευσαν στην Δύσιν, παίρνοντας μαζί
τους τα έργα της φιλολογίας τους. Η συσσώρευση στην Ιταλία των θησαυρών του
κλασικού κόσμου, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν στο Βυζάντιο
εδημιούργησε στην Δύσιν πάρα πολύ Ευνοϊκές συνθήκες για μια επαφή με το
μακρινό παρελθόν της Ελλάδας
και τον αιώνιο πολιτισμό της. Μεταφέροντας τα κλασικά έργα στην Δύσιν και
σώζοντας αυτά από τα χέρια των Τούρκων το Βυζάντιο πρόσφερε μεγάλη υπηρεσία
στην ανθρωπότητα και την μελλοντική εξέλιξιν».
Αυτά που γράφει ένας ιστορικός του αναστήματος του Βασίλιεφ δεν μπορεί να τα
αμφισβητήσει κανείς.
Οι απέλπιδες προσπάθειες του Βατικανού να αμαυρώσει το Βυζάντιο πέφτουν στο
κενό.
Το περισπούδαστο έργο του Βασίλιεφ προσφέρει μια μεγάλη, ανεκτίμητη υπηρεσία:
Βάζοντας σε τάξη με ακρίβεια μία τόσο πολύπλοκη ιστορική περίοδο, όπως η
Βυζαντινή, επιτρέπει στο σύγχρονο άνθρωπο να κάνει μία σωστή γνωριμία μαζί
της.
Η βυζαντινή ιστορία που αφηγείται το σύγγραμα αυτό, κακομεταχειρισμένη και
παρεξηγημένη παλαιότερα έχει τελείως αναθεωρηθεί στην εποχή μας. Πολλά
σπουδαία στοιχεία έχουν αποκαλυφθεί πρόσφατα, ενώ συγχρόνως έγιναν σημαντικές
επιστημονικές έρευνες, που φωτίζουν από κάθε πλευρά την τόσο εκπληκτική σε
γεγονότα, τόσο πλούσια σε ποικιλία και τόσο αξιόλογη για την μακροχρόνια
διάρκειά της Βυζαντινή εποχή.
Ωστόσο, έλειπε, όχι μόνον από την Ελληνική, αλλά και από την Παγκόσμια
βιβλιογραφία, μια γενική ιστορία, που θα αξιοποιούσε τις νεώτερες έρευνες και
ενημερωμένη για τα πιο σύγχρονα επιστημονικά συμπεράσματα, θα εξέθετε κατά ένα
πλήρη και συνθετικό τρόπο την εξέλιξη και την τύχη της χιλιετούς
αυτοκρατορίας. Αυτό ακριβώς προσφέρει το κλασικό σε όλον τον κόσμο έργο του
Βασίλιεφ και αυτό αποτελεί το πλεονέκτημά του σε σχέση με όλα τα άλλα καλά
έργα για τη Βυζαντινή ιστορία.
Το Βατικανό και ο Πάπας από αιώνες εχθρεύονται και μισούν την Ορθοδοξία και
κάνουν ό,τι μπορούν για να μειώσουν το μέγεθος της προσφοράς του Βυζαντίου
στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Από τον 17ο αιώνα, όλοι οι Δυτικοί συγγραφείς
(πιστοί στα κελεύσματα του Πάπα) χρησιμοποιούν τον όρο Βυζάντιο σαν να
πρόκειται για κάτι το σκοτεινό, το οπισθοδρομικό, το βάρβαρο και
απολίτιστο.
Ο Στήβεν Ράνσιμαν δίνει την απάντηση και γράφει: «Η Δυτική Ευρώπη, με τις
προπατορικές αναμνήσεις του φθόνου της για το Βυζαντινό πολιτισμό, με τους
πνευματικούς της συμβούλους να κατηγορούν τους Ορθοδόξους ως αμαρτωλούς
σχηματικούς και κατατρυχόμενη από ένα συναίσθημα ενοχής, γιατί στο τέλος
εγκατέλειψε την πόλη, προτίμησε να ξεχάσει το Βυζάντιο». Δεν μπορούσε, όμως,
να ξεχάσει το χρέος της ως οφειλόμενο μόνον στους κλασικούς χρόνους.
Το 330 μ.Χ. ο Μέγας Κων/ντίνος ίδρυσε το «πανδιδακτήριο» (πανεπιστήμιο) στην
Κων/πολη, το οποίο διοργάνωσε ο Θεοδόσιος Β’ (425 μ.Χ.). Από το Ανώτατο αυτό
πνευματικό Ίδρυμα του Βυζαντίου παρήλασαν διακεκριμένοι καθηγητές. Από τα
βασικότερα μαθήματα, που διδάσκονταν σ’ αυτό ήταν η Αστρονομία, η Αριθμητική
και η Γεωμετρία.
Η Αλεξάνδρεια υπήρξε η «επιστημονική μητρόπολη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας».
Εκεί ο Θέων ο Αλεξανδρεύς (330 – 395) κατέγραψε δύο εκλείψεις του ηλίου των
ετών 365 και 372. Έγραψε «Υπομνήματα εις την Μαθηματικήν Σύναξιν» του
Πτολεμαίου. Εξέδωσε με σχόλια τα «Στοιχεία του Ευκλείδη».
Σημαντικότατη προσφορά του Βυζαντίου στην Ευρώπη (και στον κόσμο ολόκληρο)
είναι η διάσωση της Ελληνικής γλώσσας μαζί με την διάδοση της πολιτιστικής
κληρονομιάς. Το «Ελληνικό κατόρθωμα», όπως ονομάστηκε, ήταν η επικράτηση της
Ελληνικής γλώσσας. Απαλλαγμένη τώρα από τις διαλεκτικές και τοπικιστές τάσεις
πρόσφερε στον κόσμο ένα πλήρες και λεπτό όργανο επικοινωνίας και έγινε φορέας
ιδεών και παράγων συνθέσεως ετερογενών στοιχείων.
Το Βυζάντιο «Το εκχριστιανισθέν Ρωμαϊκόν Κράτος του Ελληνικού Έθνους», όπως το
ονόμασε ο Γερμανός Βυζαντινολόγος Χάϊζενμπεργκ (1869 – 1930), είναι η δεύτερη
πηγή πνευματικού και πολιτιστικού ανεφοδιασμού της Ευρώπης.
Η Ρώμη είχε μείνει πνευματικά άφωνη. Και τότε, το Χριστιανικό Βυζάντιο υψώνει
τη δική του φωνή, μία φωνή ισχυρή, διαπεραστική και συγχρόνως μελωδική
(Βυζαντινή Μουσική). Το Ανατολικό Ορθόδοξο Βυζάντιο ξεχύθηκε με αλκή και ορμή
να κατακτήσει πολιτιστικά τον κόσμο και να αντικαταστήσει την Ρώμη στον
ηγετικό της ρόλο.
Οι ποιητές και οι ιστορικοί, οι φιλόσοφοι και οι ρήτορες τα αριστουργήματα
τέχνης της αρχαίας Ελλάδας, στη Βασιλεύουσα, «Τον Προμαχώνα του πολιτισμού»,
βρήκαν άσυλο. Αν το Βυζάντιο δεν έσωζε την Ελληνολατινική κληρονομιά, τι θα
απέμενε σήμερα στην Ευρώπη; Η Πόλη υπήρξε ο ιερός φύλακας του παλαιού
θησαυρού, αυτή και το μεγάλο κέντρο της εκπολιτιστικής δημιουργίας, που
εμψύχωσε την κληρονομιά της αρχαιότητας με τη νέα πνοή του Χριστιανισμού και
έδωσε νέα πνοή και δύναμη στον πολιτισμό (ΚΓ Παιδαγωγικό Συνέδριο).
Δεν ήταν διπλός θεματοφύλακας το Βυζάντιο, αλλά ήταν και διαμορφωτής και
δημιουργός. Ήταν ο κυριότερος εκπολιτιστικός παράγων της ανθρωπότητας επί
χίλια και πλέον χρόνια. Οι Βυζαντινοί Ιεραπόστολοι με απίστευτο ηρωισμό και
αυταπάρνηση εξορμούσαν από τις ερήμους της Συρίας μέχρι τις Ερήμους της
Αιθιοπίας και εξημέρωναν τους λαούς με το φως του Ευαγγελίου. Σε Ανατολή και
Δύση ακτινοβόλησε το Βυζάντιο. Από την Ιρλανδία μέχρι την Κίνα βρίσκουμε
επιδράσεις της βυζαντινής τέχνης, των Σλαβικών δε λαών εδημιούργησε τη γλώσσα
και τη φιλολογία.
Την ώρα που οι Ευρωπαίοι ζούσαν ημιβάρβαρο βίο μέσα σε παχυλή αμάθεια και
σκοτεινή δεισιδαιμονία, στη Βασιλεύουσα και στις Ελληνικές πόλεις της
Ανατολής, η ζωή κυλούσε μέσα στις λεπτότερες καλλιτεχνικές απολαύσεις και στις
υψηλότερες πνευματικές πτήσεις. Ενώ οι μεγάλες σημερινές Ευρωπαϊκές
Πρωτεύουσες είτε δεν υπήρχαν καθόλου, όπως το Βερολίνο, είτε ήταν ελεϊνά,
χωριά όπως το Παρίσι και το Λονδίνο, η Κωνσταντινούπολη ήταν «αληθινή
Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα και μεγαλούπολη», που μέσα στα τείχη της παριέκλεισε
περισσότερα βιβλία και αριστουργήματα τέχνης, από όσα ολόκληρη η άλλη
οικουμένη. Πρόσφερε τη Βυζαντινή Φιλοσοφία, τη Θεολογία, την Ποίηση, τη
Μουσική, τη Ζωγραφική και την Αρχιτεκτονική.
Η εκκλησιαστική ποίηση και υμνογραφία με τρόπο πηγαίο «και δια στίχων
ευμνημονεύτων θαυμαστής συντομίας και σαφήνειας», όπως γράφει ο Καθηγητής
Ευάγ. Θεοδώρου, προσφέρει δόγμα, και τέχνη, Θεολογία και συναγωγή νου και
καρδιάς. Αυτή η Βυζαντινή μουσική, η τόσο πλούσια και πλατιά, η τόσο πρωτότυπη
και βαθειά, η τόσο γόνιμη και ελκυστική, γοητευτική και ουσιαστική, είναι μία
πρωτότυπη δημιουργία του Βυζαντίου, αλλά και ένα άνοιγμα δρόμου προσφοράς στην
Ευρώπη και στον πολιτισμό.
Επίσης, η Βυζαντινή Τέχνη, Ζωγραφική και Αρχιτεκτονική, είναι από τα πιό
αντιπροσωπευτικά και πρωτότυπα δημιουργήματα του Βυζαντινού Πολιτισμού, ίσως η
πιό γόνιμη και λαμπρή προσφορά στην ανθρωπότητα. Η μεν Αρχιτεκτονική για τη
μεγαλοπρέπεια της μορφής, η δε Ζωγραφική για το ύψος της εκφραστικής. Η
Αρχιτεκτονική με τους τρούλους και τις κόγχες, τις αψίδες και τα λοφία, τους
κίονες και τους πεσσούς, τα καμπαναριά και τις στοές, εσωτερικές και
εξωτερικές, χαρακτηρίζει το Βυζάντιο.
Προσφορά πολύ μεγάλη του Βυζαντίου στην Ευρώπη είναι ο εκπολιτιστικός και
εκχριστιανισμός των Σλάβων, καθώς και η εθνική τους Αναγέννηση. Τα ονόματα των
Ελλήνων Ιεραποστόλων Κυρίλλου και Μεθοδίου είναι ονόματα ιερά σε όλο το
σλαβικό κόσμο, γιατί αυτοί τους εισήγαγαν στον κύκλο των Ευρωπαϊκών και
πολιτισμένων λαών, αυτοί εδημιούργησαν την Εκκλησία τους, το αλφάβητό τους, τη
φιλολογία τους, τη μουσική και την τέχνη τους.
Ο εκχριστιανισμός των Ρώσων έργο του Χριστιανικού Βυζαντίου, είναι πολύ μεγάλη
προσφορά στον πολιτισμό. Κάτω από την άμεση επίδραση του Βυζαντίου αναπτύχθηκε
και μεγάλωσε και εκπολιτίστηκε η Ρωσία…
Η Ρωσία από το Βυζάντιο έμαθε να κτίζει σπίτια και εκκλησίες με πέτρα και
ταχυδρομεία και Έλληνες ζωγράφοι έκαναν τη διακόσμηση. Την Αγία Σοφία του
Κιέβου το θαυμάσιο αυτό μνημείο, την έκτισαν οι Ρώσοι ηγεμόνες, για να έχουν
και αυτοί πρωτεύουσά τους μία Αγία Σοφία…
Το 1472 ο Ιβάν ο Γ’ ο Μέγας νυμφεύτηκε την ανεψιά του Κων. Παλαιολόγου τη
Σοφία Παλαιολογίνα, όλοι οι Ρώσοι ενθουσιάστηκαν, γιατί νυμφεύονταν με την
απόγονο που ανήκε «εις το αυτοκρατορικόν δένδρον, το οποίον εκάλυπτε άλλοτε
διά της σκιάς αυτού ολόκληρον την Ορθόδοξον Χριστιανοσύνην». Αυτή η κόρη των
Βυζαντινών αυτοκρατόρων Ελλήνων είχε τεράστια επίδραση στον Ιβάν και σ’ αυτήν
οφείλεται κατά μεγάλο μέρος η απόσειση του φοβερού των Μογγόλων, που για
αιώνες βάραινε τη Ρωσική Φυλή.
Το 1470 η Ρωσία δεν ήταν κράτος ήταν ένα Δουκάτο και ο Ιβάν ένας γαιοκτήμονας.
Οι Ρώσοι ήταν ακόμη νομάδες. Όταν πήγε η Σοφία τους έκανε κράτος. Ελλείψει
άλλου διαδόχου των Παλαιολόγων, η Σοφία κληρονόμησε τα διακριτικά της εξουσίας
τους. Πήρε το δικέφαλο αετό, που έγινε θυρεός της Ρωσίας μέχρι σήμερα. Ο Ιβάν
πήρε τον τίτλο του Τσάρου και την προσωνυμία Μέγας Ιβάν ο Γ’. Είναι ο πρώτος
ηγεμόνας της Μοσχοβίας που ονομάζεται Τσάρος…
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ, 29 ΜΑΪΟΥ 2020. (ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ)